Παιδίατρος

Dr Mαριαλένα Κυριακάκου, MD, PhD

Το κατσικίσιο γάλα

Τα τελευταία χρόνια, είναι ευρέως αποδεκτή η άποψη πως το αγελαδινό γάλα μπορεί να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη πολλών νόσων του σύγχρονου Δυτικού κόσμου. Ιδιαίτερα όσον αφορά τα παιδιά, το αγελαδινό γάλα ευθύνεται για την αλλεργία στο γάλα αγελάδας (ΑΓΑ) σε  ποσοστό 3-7% σε παιδιά ηλικίας κάτω από 8 ετών και είναι η πιο συχνή μορφή τροφικής αλλεργίας σε βρέφη (1). Σε αντιπαράθεση, το κατσικίσιο γάλα διαφημίζεται όλο και περισσότερο ως η εναλλακτική πιο υγιεινή διατροφική πρόταση. Το κατσικίσιο γάλα υποστηρίζεται πως έχει ποικίλα οφέλη για την υγεία. Είναι «εύπεπτο», και για αυτό αποτρέπει την υπερβολική έκκριση βλέννας από το πεπτικό. Υποστηρίζεται πως είναι  λιγότερο αλλεργιογονικό σε σχέση με το αγελαδινό γάλα και πιο θρεπτικό από αυτό.

Η σύσταση του κατσικίσιου γάλακτος φαίνεται στον Πίνακα 1. Το κατσικίσιο γάλα είναι μία καλή πηγή πρωτεΐνης και ασβεστίου (2). Εντούτοις, το  μη τροποποιημένο κατσικίσιο γάλα δεν είναι κατάλληλο για βρέφη κυρίως εξαιτίας της υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη και μετάλλων με υψηλό ρίσκο για σοβαρή υπερνατριαιμία, αζωθαιμία και μεταβολική οξέωση, ειδικά σε περίπτωση αφυδάτωσης (3,4). Σε νεογνά που χορηγήθηκε μη τροποποιημένο κατσικίσιο γάλα διαπιστώθηκε σοβαρή μεταβολική οξέωση και διαταραχές των αμινοξέων του πλάσματος με αποτέλεσμα να προκύψουν ψευδώς θετικά αποτελέσματα σε έλεγχο για τυροσιναιμία τύπου Ι (5).

To κατσικίσιο γάλα έχει μικρή περιεκτικότητα σε φυλλικό οξύ. Η συγκέντρωση του φυλλικού οξέος στο κατσικίσιο γάλα είναι 6 μg/l, σε σύγκριση με το μητρικό γάλα που είναι 50 μg/l (6). Τα βρέφη ηλικίας κάτω από 6 μηνών χρειάζονται 65μg/ημέρα φυλλικό οξύ και όσο μεγαλώνουν οι ημερήσιες ανάγκες τους αυξάνονται με την ηλικία. Έχει διαπιστωθεί πως βρέφη που ελάμβαναν μόνο κατσικίσιο γάλα ανέπτυξαν μεγαλοβλαστική αναιμία λόγω της έλλειψης φυλλικού οξέος (4).

Για πολλά χρόνια, το κατσικίσιο γάλα αποτελούσε εναλλακτική επιλογή για τα βρέφη ή τα παιδιά με αλλεργία στο γάλα αγελάδας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την προώθηση του κατσικίσιου γάλακτος και των προϊόντων του στην αντιμετώπιση της αλλεργίας. Εντούτοις, επιστημονικές μελέτες κατέδειξαν ότι το κατσικίσιο γάλα δεν είναι αποτελεσματικό υποκατάστατο για το αγελαδινό γάλα στα παιδιά με αλλεργία στο αγελαδινό γάλα και υπάρχουν περιστατικά σοβαρών αλλεργικών αντιδράσεων στο κατσικίσιο γάλα. Ως αποτέλεσμα οι ομάδες των ειδικών δεν συστήνουν το κατσικίσιο γάλα για την αντιμετώπιση της αλλεργίας του αγελαδινού γάλακτος. Σε αντιδιαστολή, οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες συστήνουν μόνο εκτενώς υδρολυμένα γάλατα για την αντιμετώπιση των παιδιών με αλλεργία στο γάλα αγελάδος (ΑΓΑ). Μόνο αυτές οι φόρμουλες έχουν ελεγχθεί διεξοδικά και πληρούν τα απαραίτητα κριτήρια για να αποτελούν υποαλλεργικές φόρμουλες (7,8).

Διαφορετικού τύπου μελέτες καταδεικνύουν ότι τα παιδιά με IgE-μεσολαβούμενη αμέσου τύπου αλλεργία στην πρωτεΐνη του αγελαδινού γάλακτος διατρέχουν κίνδυνο αλλεργικής αντίδρασης και στις πρωτεΐνες του κατσικίσιου γάλακτος. Οι μελέτες αυτές δείχνουν ότι ένας σημαντικός αριθμός παιδιών με IgE αντισώματα για τις πρωτεΐνες του αγελαδινού γάλακτος έχουν επίσης αντισώματα έναντι των πρωτεϊνών του κατσικίσιου γάλακτος (9,10). Άλλη μελέτη που αφορούσε προκλήσεις σε κατσικίσιο γάλα σε παιδιά με αλλεργία στο αγελαδινό γάλα κατέδειξε πως 24 από τα 26 παιδιά με σοβαρή αλλεργία στο γάλα αγελάδος, με αμέσου τύπου αντιδράσεις, αντέδρασαν επίσης και στο κατσικίσιο γάλα μετά από πρόκληση (1). Το ίδιο συνέβη και σε άλλη μελέτη όπου ένα ποσοστό 75% παιδιών με ΑΓΑ αντέδρασαν στο κατσικίσιο γάλα (11).  Όλες αυτές οι μελέτες καθώς επίσης και αρκετές άλλες μεταγενέστερες καταδεικνύουν πως παιδιά με αμέσου τύπου IgE μεσολαβούμενη αλλεργία στην πρωτεΐνη του αγελαδινού γάλακτος θα αντιδράσουν και στην πρωτεΐνη του κατσικίσιου γάλακτος. Ως εκ τούτου, το κατσικίσιο γάλα δεν μπορεί να αποτελεί εναλλακτική λύση για τα παιδιά με αλλεργία στο γάλα αγελάδας..

Όσον αφορά στην αλλεργιογονικότητα του κατσικίσιου γάλακτος, δεν έχει διαπιστωθεί με σαφήνεια πως είναι λιγότερο αλλεργιογονικό από το αγελαδινό ή πως προκαλεί ηπιότερες αλλεργικές αντιδράσεις. Πιο συγκεκριμένα, το αγελαδινό και το κατσικίσιο γάλα έχουν διαφορετικό προφίλ πρωτεϊνών και κυρίως καζεΐνών,  των κύριων αλλεργιογονικών πρωτεϊνών και αυτός είναι ένας παράγοντας που μπορεί να παίζει σημαντικό ρόλο τόσο στην διαφορετική αλλεργιογονικότητα μεταξύ του αγελαδινού και του κατσικίσιου γάλακτος όσο και στην ένταση και τον τύπο της ανοσιακής απάντησης. Το αγελαδινό και το κατσικίσιο γάλα περιέχουν τις 4 βασικές κατηγορίες καζεΐνών: αS1- καζεΐνη, αs2- καζεΐνη, β-καζεΐνη, και κ-καζεΐνη αλλά τα επίπεδα της αS1-καζεΐνης στο κατσικίσιο γάλα μπορεί να κυμαίνονται από υψηλά (7 g/L), ενδιάμεσα (3.2 g/L), χαμηλά (1.2 g/L), ή να μην υπάρχουν, ανάλογα με τον πολυμορφισμό του γονιδίου που κωδικοποιεί την καζεΐνη του κατσικίσιου γάλακτος (12). Το αγελαδινό γάλα έχει μόνο υψηλά επίπεδα (12 g/L) αυτής της καζεΐνης (13). Περιέχουν επίσης και ορολευκωματίνες, όμως μόνο στο αγελαδινό γάλα οι ορολευκωματίνες όπως η α-λακταλβουμίνη και η β-λακταλβουμίνη είναι τα κύρια αλλεργιογόνα ενώ στο κατσικίσιο είναι οι καζεΐνες (14,15). Η ακριβής σύσταση των πρωτεϊνών του αγελαδινού και του κατσικίσιου γάλακτος φαίνεται στον Πίνακα 2. Μελέτες σε πειραματόζωα κατέδειξαν πως η έκθεση σε χαμηλότερα επίπεδα αs1- καζεΐνης στο κατσικίσιο γάλα είχε ως αποτέλεσμα λιγότερες αλλεργικές αντιδράσεις (16, 17). Παιδιά με αλλεργία στο γάλα αγελάδας χρειαζόντουσαν σχεδόν πενταπλάσια ποσότητα κατσικίσιου γάλακτος σε σχέση με το  αγελαδινό γάλα για να ενεργοποιηθεί αλλεργική αντίδραση (1). Σε άλλη μελέτη, παιδιά με αλλεργία στις πρωτεΐνες του αγελαδινού γάλακτος εμφάνισαν χαμηλή αντισωματική απάντηση στο κατσικίσιο γάλα με μικρή περιεκτικότητα σε αs1- καζεΐνη (18). Επίσης, οι Lisson M και συνεργάτες κατέδειξαν πως τα IgE αντισώματα από άτομα ευαισθητοποιημένα στην αs1- καζεΐνη του αγελαδινού γάλακτος συνδέονται λιγότερο με τα πεπτίδια της αs1- καζεΐνης του γάλακτος διαφόρων θηλαστικών και κυρίως του κατσικίσιου γάλακτος ( 19).

Σε κλινικές μελέτες ασθενών με διαπιστωμένη αλλεργία στο γάλα αγελάδας διαπιστώθηκε αυξημένος κίνδυνος διασταυρούμενης αντιδραστικότητας με τις πρωτεΐνες του κατσικίσιου γάλακτος, αλλά έχει διαπιστωθεί επίσης κι επιλεκτική αλλεργία μόνο στο κατσικίσιο γάλα (20). Η αλλεργία στο κατσικίσιο γάλα δεν συνυπάρχει με αλλεργία και στο αγελαδινό γάλα ενώ το αντίθετο συμβαίνει συχνά. Σε άτομα με αλλεργία στο κατσικίσιο γάλα, τα προϊόντα του αγελαδινού γάλακτος συνήθως είναι ανεκτά και δεν προκαλούν αλλεργικές αντιδράσεις ενώ στα άτομα με ΑΓΑ συνήθως λόγω διασταυρούμενης IgE αντιδραστικότητας παρουσιάζονται αλλεργικές αντιδράσεις και στο κατσικίσιο γάλα και στα προϊόντα του. Η διασταυρούμενη IgE αντιδραστικότητα των πρωτεϊνών του γάλακτος των διαφορετικών θηλαστικών οφείλεται στις δομικές ομοιότητες και στην σημαντική ομολογία της αλληλουχίας των αμινοξέων μεταξύ των ειδών, αν και ποσοτικά η σύσταση των πρωτεϊνών μπορεί να διαφέρει ελάχιστα. Πιο συγκεκριμένα, οι αS1-καζείνες του αγελαδινού και του κατσικίσιου γάλακτος εμφανίζουν ομολογία σε ποσοστό περίπου 87% (9).

Εντούτοις, η αιτία που κάποια άτομα αναπτύσσουν επιλεκτική αλλεργία στο κατσικίσιο γάλα χωρίς να έχουν αλλεργία στο αγελαδινό γάλα δεν είναι ακόμη ξεκάθαρη. Το 1995, οι Wuthrich και Johansson  (21) ανέφεραν τις πρώτες παρατηρήσεις σε 2 παιδιά με θετικά RAST στην καζεΐνη του κατσικίσιου γάλακτος αλλά αρνητικά στην καζεΐνη του αγελαδινού γάλακτος. Έκτοτε έχουν αναφερθεί περιπτώσεις με αλλεργικές αντιδράσεις ακόμη και αναφυλαξία σε προϊόντα του κατσικίσιου γάλακτος (πχ κατσικίσιο τυρί) (22-26). Το 2006 οι S.Ah-Leung και συνεργάτες μελέτησαν 28 παιδιά με σοβαρές αναφυλακτικές αντιδράσεις στο κατσικίσιο γάλα και με ανοχή στο αγελαδινό γάλα. Σε αυτή τη μελέτη βρέθηκε πως τα κύρια αλλεργιογόνα ήταν οι καζεΐνες του κατσικίσιου γάλακτος και όχι οι ορολευκωματίνες. Επίσης παρατηρήθηκε ισχυρή IgE αντισωματική απάντηση έναντι των καζεΐνών του κατσικίσιου γάλακτος και ελάχιστα έναντι των καζεΐνων του αγελαδινού γάλακτος παρόλη την ομολογία των πρωτεϊνών αυτών (27).

Τα τελευταία χρόνια επικρατεί επίσης η άποψη πως το κατσικίσιο γάλα βοηθά στην αντιμετώπιση της ατοπικής δερματίτιδας. Σε μελέτη, παιδιά με ατοπική δερματίτιδα παράλληλα με την θεραπεία τους άλλαξαν την διατροφή τους από αγελαδινό γάλα  σε κατσικίσιο και παρατηρήθηκε ύφεση της ατοπικής δερματίτιδας σε ποσοστό 80% των βρεφών και σε ποσοστό 88% των παιδιών (28, 29). Ο χρόνος για την ύφεση της ατοπικής δερματίτιδας ήταν από 1-3 εβδομάδες και ήταν παρόμοιος χρόνος με εκείνον που χρειαζόταν για την ύφεση στα παιδιά που ακολουθούσαν δίαιτα αποφυγής γαλακτοκομικών. Η αλλαγή από αγελαδινό σε κατσικίσιο γάλα ωφελούσε τα παιδιά γιατί τους παρείχε βασικές βιταμίνες και ιχνοστοιχεία (ασβέστιο, βιταμίνη Β12, φυλλικό οξύ, σίδηρο, κτλ.), ενώ παράλληλα η ατοπική δερματίτιδα αντιμετωπιζόταν με θεραπευτική αγωγή με ενυδατικές, ειδικές αλοιφές. Η κατανάλωση κατσικίσιου γάλακτος από αυτά τα παιδιά δεν επιδείνωσε περαιτέρω τα συμπτώματα της ατοπικής δερματίτιδας. Εντούτοις, τα αποτελέσματα αυτά δεν αποδεικνύουν ότι το κατσικίσιο γάλα θεράπευσε την ατοπική δερματίτιδα.

Τα χαρακτηριστικά της αλλεργίας στο κατσικίσιο γάλα διαφέρουν από εκείνα της αλλεργίας στο αγελαδινό γάλα. Εμφανίζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες παιδιών από ότι το αγελαδινό γάλα και μικρές μόνο ποσότητες μπορούν να προκαλέσουν πολύ σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις. Ευαισθητοποίηση στο κατσικίσιο γάλα είναι απίθανο να συμβεί στη βρεφική ηλικία, εφόσον το κατσικίσιο γάλα δεν είχε εισαχθεί στη βρεφική διατροφή μέχρι πρόσφατα και παιδιά ηλικίας κάτω από 2 ετών δεν είχαν καταναλώσει προϊόντα από κατσικίσιο γάλα. Για το λόγο αυτό η αλλεργία στο κατσικίσιο γάλα εμφανίζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες από ότι η ΑΓΑ. Τα τελευταία χρόνια όμως οι διαιτητικές συνήθειες ενηλίκων και παιδιών έχουν αλλάξει και η κατανάλωση προϊόντων κατσικίσιου γάλακτος έχει αυξηθεί γιατί: (α) θεωρούνται πιο υγιεινά διατροφικά προϊόντα (β) είναι φθηνά και πολύ εύκολα διαθέσιμα στην αγορά (γ) χρησιμοποιούνται ευρέως από τις βιομηχανίες τροφίμων ως συστατικά και στην παρασκευή έτοιμων γευμάτων όπου μπορεί ακόμη και να βρίσκονται με τη μορφή κρυμμένων συστατικών. Οι επεξεργασίες των τροφίμων επίσης για την παρασκευή προϊόντων του κατσικίσιου γάλακτος μπορεί να αλλάζει την δομή των πρωτεϊνών του κατσικίσιου γάλακτος και να αυξήσει την αλλεργιογονικότητά τους (30).  Η αλλεργία στο κατσικίσιο γάλα χωρίς αλλεργία στο αγελαδινό γάλα θα συνεχίσει να αυξάνεται σε ποσοστά τα επόμενα χρόνια στην Ευρώπη, όπου η κατανάλωση αυτών των προϊόντων αυξάνεται σημαντικά  κάθε χρόνο, εξαιτίας της υψηλής θρεπτικής αξίας τους. Το γεγονός αυτό μπορεί να οδηγήσει σε πρωιμότερη έκθεση βρεφών και παιδιών στο κατσικίσιο γάλα, συμπεριλαμβανομένων και των παιδιών αυξημένου κινδύνου με ατοπική δερματίτιδα.

Η αλλεργία στο κατσικίσιο γάλα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από ιατρούς και αλλεργικούς ασθενείς γιατί είναι μία σοβαρή μορφή αλλεργίας που ακόμη και μικρές ποσότητες μπορεί να εγείρουν σοβαρές αναφυλακτικές αντιδράσεις.

Μαριαλένα Κυριακάκου

 

Πίνακας 1. Σύσταση ανθρώπινου (μητρικού), αγελαδινού και κατσικίσιου γάλακτος (τιμές στα 100gr) [Melnik BC: Milk – the promoter of chronic Western diseases. Med Hypotheses 2009; 72: 631–639. Tracey JB: Goat’s milk for infants. Available at: www.healthnews nz.com/infants.html (accessed February 26, 2013).Kleinman RD (ed): Pediatric Nutrition Handbook, ed 6. Elk Grove Village, American Academy of Pediatrics, 2009.]

 

  Ανθρώπινο γάλα Αγελαδινό γάλα Κατσικίσιο γάλα
Ενέργεια, θερμίδες (kcal) 64-80 64 69
Yδατάνθρακες, g 6,9 4,7 4,5
Λίπος, g 4,4 3,7 4,1
Πρωτείνη, g 1,0 3,3 3,6
Ασβέστιο, mg 32 119 134
Φώσφορος, mg 14 93 111
Νάτριο, mg 17 49 50
Kάλιο, mg 51 151 204
Σίδηρος, mg 0,03 0,05 0,05
Ψευδάργυρος, mg 0,2 0,4 0,3

 

Πίνακας 2. Σύσταση σε πρωτεΐνες αγελαδινού και κατσικίσιου γάλακτος (gr/l) (RibadeauDumas B. Structure and variability of milk proteins. In: Barth CA, Schlimme E, editors. Milk proteins, nutritional, clinical, functional and technological aspects. Darmstadt: Steinkopff, 1989:112–113.)

 

  Aγελαδινό γάλα Κατσικίσιο γάλα
Oλικές καζεΐνες 28-30 25-30
     αS-καζεΐνη 14 2-6
      β-καζεΐνη 11       18
      κ-καζεΐνη 4        4
Ορολευκωματίνες 6        4

 

Βιβλιογραφικές αναφορές

  1. Bellioni-Businco B, Paganelli R, Lucenti P, Giampietro PG, Perborn H, Businco L. Allergenicity of goat’s milk in children with cow’s milk allergy. J Allergy Clin Immunol 1999;103:1191–1194.
  2. Sanz Ceballos L, Ramos Morales E, de la Torre Adarve G, Diaz Castro J, Perez Martinez L, Remedios Sanz Sampelayo M: Composition of goat and cow milk produced under similar conditions and analyzed by identical methodology. J Food Compost Anal 2009; 22: 322–329.
  3. Ziegler DS, Russell SJ, Rozenberg G, James CA, Trahair TN, O’Brien TA: Goats’ milk quackery. J Paediatr Child Health 2005; 41: 569–571.
  4. Basnet S, Schneider M, Gazit A, Mander G, Doctor A: Fresh goat’s milk for infants: myths and realities – a review. Pediatrics 2010; 125:e973–e977.
  5. Chapman KA, Ganesh J, Ficicioglu C: A false-positive newborn screening result: goat’s milk acidopathy. Pediatrics 2008; 122: 210–211.
  6. Kleinman RD (ed): Pediatric Nutrition Handbook, ed 6. Elk Grove Village, American Academy of Pediatrics, 2009.
  7. Hypoallergenic infant formulas. Pediatrics 2000;106:346-349.
  8. Koletzko, S., Niggemann, B., Arato, A., Dias, J., Heuschkel, R., Husby, S., Mearin, M., Papadopoulou, A., Ruemmele, F., and Staiano, A. Diagnostic approach and management of cow’s-milk protein allergy in infants and children: ESPGHAN GI Committee practical guidelines. Journal of pediatric gastroenterology and nutrition 2012;55:221-229.
  9. Restani, P., Gaiaschi, A., Plebani, A., Beretta, B., Cavagni, G., Fiocchi, A., Poiesi, C., Velona, T., Ugazio, A., and Galli, C. Cross-reactivity between milk proteins from different animal species. Clin Exp Allergy 1999;29:997-1004.
  10. Spuergin, P., Walter, M., Schiltz, E., Deichmann, K., Forster, J., and Mueller, H. Allergenicity of alpha-caseins from cow, sheep, and goat. Allergy 1997;52:293-298.
  11. Infante Pina, D., Tormo Carnice, R., and Conde Zandueta, M. Use of goat’s milk in patients with cow’s milk allergy. An Pediatr (Barc) 2003;59:138-142.
  12. Grosclaude, F., and P. Martin. 1997. Casein polymorphisms in the goat. Pages 241–253 in Proc. Milk Protein Polymorphism. International Dairy Federation, Palmerston North, New Zealand
  13. Farrell, H. M., Jr., R. Jimenez-Flores, G. T. Bleck, E. M. Brown, J. E. Butler, L. K. Creamer, C. L. Hicks, C. M. Hollar, K. F. Ng-Kwai- Hang, and H. E. Swaisgood. Nomenclature of the proteins of cows’ milk—Sixth revision. J. Dairy Sci. 2004;87:1641–1674
  14. Wal JM, Bernard H, Creminon C, Hamberger C, David B, Peltre G. Cow’s milk allergy: the humoral immune response to eight purified allergens. In: McGhee J, Mestecky J, Tlaskalova H, Sterzl J, editors. Recent advances in mucosal immunology. New York, USA: Series Advances in Experimental Medicine and Biology, Plenum Press, 1995:879–881.
  15. Wal JM. Cow’s milk proteins/allergens. Ann Allergy Asthma Immunol 2002; 89(Suppl.):3–10
  16. Bevilacqua, C., Martin, P., Candalh, C., Fauquant, J., Piot, M., Roucayrol, A. M., Pilla, F., and Heyman, M. Goats’ milk of defective alpha (s1)-casein genotype decreases intestinal and systemic sensitization to beta-lactoglobulin in guinea pigs. J Dairy Res 2001;68:217-227.
  17. Hodgkinson, A. J., McDonald, N. A., Kivits, L. J., Hurford, D. R., Fahey, S., and Prosser, C. Allergic responses induced by goat milk alphaS1-casein in a murine model of gastrointestinal atopy. J Dairy Sci 2012;95:83-90.
  18. Ballabio, C., Chessa, S., Rignanese, D., Gigliotti, C., Pagnacco, G., Terracciano, L., Fiocchi, A., Restani, P., and Caroli, A. M. Goat milk allergenicity as a function of aS1-casein genetic polymorphism. J Dairy Sci 2011;94:998-1004.
  19. Lisson, M., Novak, N., and Erhardt, G. Immunoglobulin E epitope mapping by microarray immunoassay reveals differences in immune response to genetic variants of caseins from different ruminant species. J Dairy Sci 2014;97:1939-1954.
  20. Vita D, Passalacqua G, Di Pasquale G, Caminiti L, Crisafulli G, Rulli I, Pajno GB: Ass’s milk in children atopic dermatitis and cow’s milk allergy: crossover comparison with goat’s milk. Pediatr Allergy Immunol 2007; 18: 594–598.
  21. Wuthrich B, Johansson SGO. Allergy to cheese produced from sheep’s and goat’s milk but not to cheese produced from cow’s milk. J Allergy Clin Immunol 1995;96:270–273.
  22. Martins P, Borrego LM, Pires G, Pinto PF, Afonso AR, Rosado-Pinto J. Sheep and goat’s milk allergy – a case study. Allergy 2005;60:129–130.
  23. Munoz Martin T, de la Hoz Caballer B, Maranon Lizana F, Gonzalez Mendiola R, Prieto Montano P, Sanchez Cano M. Selective allergy to sheep’s and goat_milk proteins. Allergol Immunopathol 2004;32:39–42.
  24. Calvani M, Alessandri C. Anaphylaxis to sheep’s milk cheese in a child unaffected by cow’s milk protein allergy. Eur J Pediatr 1998;157:17–19.
  25. Umpierrez A, Quirce S, Maranon F, Cuesta J, Garcia–Villamuza Y, Lahoz C et al. Allergy to goat and sheep cheese with good tolerance to cow cheese. Clin Exp Allergy 1999;29:1064–1066.
  26. Alvarez MJ, Lombardero M. IgE-mediated anaphylaxis to sheep’s and goat’s milk. Allergy 2002;57:1091–1092.
  27. Ah-Leung S1, Bernard H, Bidat E, Paty E, Rancé F, Scheinmann P, Wal JM. Allergy to goat and sheep milk without allergy to cow’s milk. Allergy 2006;61: 1358-1365.
  28. Denisova, S. M., Sentsova, T. B., Belitskaya, M. Y., Korotkova, T. N., Balabolkin, I. I., Yukhtina, N. V., and Vakhrameeva, S. N. Using a Fortified Formula Based on Goat’s Milk in the Treatment of Atopic Dermatitis in Young Children. Voprosy Detskoi Dermatolgii 2004;3:42-46.
  29. Denisova, S. N., Vakhrameeva, S. N., Ivanina, E. K., and Konno, V. I. Formula ‘Nanny’ in Diet Therapy of Atopic Dermatitis in Infants. Voprosy Detskoi Dermatolgii 2003;1: 86-89.
  30. Sanchez C, Fremont S. Consequences des traitements thermiques et de la formulation sur la structure et l’allergenicite΄ des proteines alimentaires [In French]. Rev Fr Allergol Immunol Clin 2003;43:13–20.
To Top ↑