Έχοντας κατανοήσει τις βασικές αρχές του ύπνου και δημιουργήσει ένα ήρεμο και ασφαλές περιβάλλον για να κοιμάται το νεογέννητο, ακολουθούν περιεκτικές και πρακτικές οδηγίες για την αποφυγή ενός από τους μεγαλύτερους κινδύνους και ταυτόχρονα εφιάλτες των γονιών: το Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου. Η εμφάνισή του εντοπίζεται σε νεογέννητα μέχρι και την ηλικία των 12 μηνών, με το μεγαλύτερο ποσοστό των περιστατικών να σημειώνονται στην ηλικία των 2-4 μηνών. Πρόκειται για έναν αιφνίδιο θάνατο του βρέφους, συχνότερα κατά τη διάρκεια του ύπνου, χωρίς να έχει προηγηθεί κανένα σύμπτωμα.
Παρόλο που ακόμη και σήμερα παραμένει άγνωστο το αίτιο που προκαλεί το Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου, πρόσφατες έρευνες προτείνουν πως όταν το βρέφος κοιμάται ανάσκελα, η πιθανότητα εμφάνισης του συνδρόμου μειώνεται σημαντικά. Αναλυτικότερα, από το 1992 και μετέπειτα που καθιερώθηκε και υιοθετήθηκε ο ύπνος του βρέφους ανάσκελα, τα περιστατικά με Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου έχουν μειωθεί κατά 50%. Ακόμη και για τα μωρά που έχουν έντονα ανεπτυγμένα τα αντανακλαστικά Moro και δυσκολεύονται να κοιμηθούν ανάσκελα, καλό θα είναι οι γονείς να φροντίζουν με ειδικά προστατευτικά να αποτρέπουν την αλλαγή θέσης, ώστε να μην μπορούν να γυρίσουν. Σε αυτό μπορεί να βοηθήσει και η τεχνική τυλίγματος (το κοινώς αναφερόμενο «Φάσκιωμα») καθώς το βρέφος δεν θα μπορεί να γυρίσει, ενώ ταυτόχρονα θα αυξάνεται σημαντικά το αίσθημα ασφάλειας που θα νιώθει. Σε κάθε περίπτωση, το βρέφος δεν θα πρέπει να ζεσταίνεται υπερβολικά καθώς η αυξημένη θερμοκρασία αποτελεί παράγοντα κινδύνου για το Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου. Ωστόσο χρειάζεται προσοχή: τα σκεπάσματα που χρησιμοποιούνται πρέπει να φτάνουν μέχρι τους ώμους και όχι πιο πάνω, προκειμένου να μην του φράξουν το στόμα και μειώσουν τον εισπνεόμενο αέρα. Μέτα την ηλικία των 6 μηνών το παιδί μπορεί να μετακινείται και να αλλάζει θέσεις μέσα στην κούνια. Για το λόγο αυτό μια πολύ καλή ιδέα που θα εξασφαλίσει αρκετά έναν ήσυχο και ήρεμο ύπνο είναι η χρήση υπνόσακου, που θα το κρατήσει ζεστό.
Στις υποδείξεις που δίνονται συχνά σχετικά με το Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου, είναι η απομάκρυνση των ρούχων που φοράει το παιδί έξω από το σπίτι, όπως σκουφάκια, καπέλα και κασκόλ, ενώ ταυτόχρονα το κάπνισμα θα πρέπει να είναι αυστηρώς απαγορευμένο στους χώρους που κοιμάται και περνά τις περισσότερες ώρες το μωρό. Επιπλέον, έρευνες δείχνουν πως το κάπνισμα της μητέρας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες για εμφάνιση του συνδρόμου.
Το Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου δεν σχετίζεται με τη χρήση πιπίλας, αντιθέτως θεωρείται πως μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης του. Ωστόσο δεν χρειάζεται να δίνεται στο μωρό υποχρεωτικά, ενώ εάν είναι σε θέση να τη βγάζει μόνο του τη νύχτα, καλό θα είναι να αποφεύγεται. Ταυτόχρονα, χρειάζεται προσοχή στα ειδικά αξεσουάρ της πιπίλας, όπως κορδόνια και αλυσίδες, τα οποία δεν θα πρέπει να τοποθετούνται στην κούνια του.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί και η παρουσία μεγαλύτερων παιδιών μέσα στο σπίτι ή ακόμη και κατοικίδιων ζώων που μπορεί να αποτελέσει αιτία για το Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να μένει το νεογέννητο χωρίς επίβλεψη ενήλικα, ιδιαίτερα κατά την ώρα του ύπνου. Τα μεγαλύτερα αδέλφια συχνά από άγνοια κινδύνου προσπαθούν να φροντίσουν το νεογέννητο, χωρίς ωστόσο να κατανοούν τους κινδύνους, ενώ όσον αφορά τα αξιαγάπητα κατοικίδια ζώα αναζητούν συντροφιά πλάι στο βρέφος. Ωστόσο, αρκετές φορές η παρουσία ενός τρίτου κοντά στο βρεφικό πρόσωπο και ιδιαίτερα το στόμα και τη μύτη, μπορεί να επηρεάσει την αναπνοή του νεογέννητου. Για το λόγο αυτό επειδή το Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου δεν είναι πλήρως κατανοητό, καλό είναι να περιορίζονται οι οποιεσδήποτε πιθανές αιτίες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ένα τέτοιο δυσάρεστο γεγονός, με μόνιμη και διακριτική παρουσία ενός ενήλικα.
Μία άλλη «πηγή» από την οποία θα μπορούσε να προέλθει το Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου, είναι η παραμονή του βρέφους στον καναπέ πλάι στους γονείς. Πράγματι δεν είναι λίγα τα περιστατικά που έχουν αναφερθεί με Σύνδρομο Αιφνίδιου Βρεφικού Θανάτου στα οποία οι γονείς αποκοιμήθηκαν κατά τη διάρκεια του θηλασμού, ή κατά τη διάρκεια που προσπαθούσαν να κοιμίσουν το βρέφος. Στις περιπτώσεις που ένας γονιός νιώθει ιδιαίτερα κουρασμένος συνίσταται να καλέσει βοήθεια κάποιου οικείου προσώπου ή ακόμη και να αφήσει το βρέφος στην κούνια για λίγο, προκειμένου να προετοιμάσει ένα τσάι ή καφέ και να ανακτήσει δυνάμεις.
Κλείνοντας, μία άκρως απαραίτητη τακτική που δεν πρέπει να αμελούν οι γονείς, είναι η συχνή εξέταση και παρακολούθηση του νεογέννητου από τον παιδίατρο, ο οποίος είναι σε θέσει να ελέγξει την ομαλή ανάπτυξή του.