Στην ηλικία των 2 ετών ο παιδικός εγκέφαλος αναπτύσσεται με ταχύτατο ρυθμό, ο οποίος επιταχύνεται και γίνεται πιο αποτελεσματικός μέσα από τη μάθηση και την εκπαίδευση του παιδιού. Πράγματι ένα στοιχείο που εντυπωσιάζει τους γονείς είναι πόσο γρήγορα επιτυγχάνεται η μάθηση, καθώς το παιδί κατακτά δεξιότητες με εντυπωσιακό ρυθμό. Τα ερεθίσματα από το περιβάλλον που του προσφέρονται, σίγουρα έχουν εξαιρετική σημασία, καθώς αποτελούν την κινητήρια δύναμη που θα ξυπνήσουν τις αισθήσεις του. Η μάθηση είναι μία πολύπλευρη διαδικασία στην οποία συμμετέχουν όλες οι αισθήσεις και από ανατομικής πλευράς, πολλά διαφορετικά τμήματα του εγκεφάλου. Έτσι, όταν δώσουμε ένα παιχνίδι στα χέρια του, θα προσπαθήσει να το βάλει στο στόμα του, να νιώσει την υφή της κατασκευής, να παρατηρήσει το χρώμα και το μέγεθός του. Όλα αυτά αποτελούν ερεθίσματα για μάθηση, καθώς μπορεί το παιχνίδι να είναι άγνωστο για το παιδί αρχικά, ωστόσο του προσφέρει μία σειρά νέων εικόνων και στοιχείων. Με το πέρασμα των μηνών, η μάθηση εμπλουτίζεται και θα αρχίζει να κατανοεί έννοιες, όπως η βαρύτητα, όταν για παράδειγμα θα πετά ένα παιχνίδι και θα βλέπει πως καταλήγει στο πάτωμα. Κάθε μία στιγμή όπως οι παραπάνω, αποτελούν αφορμές για την ομαλή ανάπτυξη της δομής και της λειτουργίας του εγκεφάλου, καθώς νέες συνάψεις δημιουργούνται μεταξύ των νευρώνων. Η μάθηση συνεχίζεται σε ένα δεύτερο επίπεδο, ως προς την κατανόηση και την ανάπτυξη του λόγου, καθώς μπορεί στην αρχή η ονομασία του παιχνιδιού να του είναι απόλυτα άγνωστη και να μην καταλαβαίνει πως μία λέξη αντιστοιχεί σε ένα αντικείμενο, ακούει ωστόσο τις συλλαβές. Έτσι, σταδιακά ενισχύονται περαιτέρω οι περιοχές του αριστερού ημισφαιρίου ώστε να μπορεί να δομεί την σκέψη του, να αρχίσει να χρησιμοποιεί συλλαβές και μετέπειτα λέξεις και εκφράσεις. Ταυτόχρονα, η μάθηση συντελεί σημαντικά και στην ανάπτυξη ενός εξίσου αναγκαίου χαρακτηριστικού, της μνήμης. Σταδιακά, το παιδί μπορεί να συγκρατεί μία πληροφορία και να την επαναφέρει, ώστε να τη χρησιμοποιήσει μελλοντικά.
Η μάθηση μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για να κατανοήσει τη ψυχοσύνθεσή του και όλα όσα βιώνει κάθε στιγμή. Για παράδειγμα σταδιακά θα κατανοεί ποια στοιχεία είναι αυτά που το κάνουν να νιώθει χαρούμενο, όπως η αγκαλιά της μητέρας του, καθώς συνοδεύονται με έκκριση ορμονών που του προσφέρουν ένα αίσθημα ευεξίας, όπως η ντοπαμίνη και η σεροτονίνη. Αντίθετα, η επαφή με ένα άγνωστο πρόσωπο μπορεί να του προκαλέσει άγχος, το οποίο σταδιακά θα αρχίσει να το κατανοεί, καθώς παράγεται κορτιζόλη που αποτελεί τη βασική ορμόνη στον άξονα του στρες. Για τη μάθηση είναι σημαντικό βήμα λοιπόν να του μιλούν οι γονείς, με περιγραφή των προσωπικών τους συναισθημάτων αρκετά συχνά, ώστε να κατανοεί σταδιακά πως αυτά που βιώνει μπορεί και να τα περιγράφει. Έτσι, όσο περισσότερο μιλούν οι γονείς τόσο περισσότερο βοηθούν το παιδί να μάθει να εκφράζει όλα όσα νιώθει, στοιχείο που θα φανεί εξαιρετικά χρήσιμο σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Παράλληλα με την ανατομική ανάπτυξη του εγκεφάλου, η μάθηση συντελείται και στον τομέα σχέσεων και της αλληλεπίδρασης με τους άλλους. Σε μικρή ηλικία το βρέφος επιθυμεί να εκπληρώνονται οι ανάγκες του, παρόλο αυτά και το σύστημα ελέγχου των συναισθημάτων του είναι υπαρκτό και λειτουργικό. Η μάθηση όμως μέσα από την αλληλεπίδραση των σχέσεων «δίνω και παίρνω» είναι κρίσιμο βήμα, για να ανακαλύψει σταδιακά τόσο τον εαυτό του όσο και τους γύρω του και τις ανάγκες τους. Σταδιακά λοιπόν και μέσα από την πράξη θα κατανοεί πως μετρούν και οι ανάγκες των άλλων ανθρώπων, αρχικά σε επίπεδο οικογένειας και μετά σε επίπεδο κοινωνικών σχέσεων, όπως οι φιλίες. Μπορεί για παράδειγμα να επιθυμεί να παίξει περισσότερο στην παιδική χαρά, ωστόσο οι γονείς θα πρέπει να επιστρέψουν στην εργασία τους. Έτσι κατανοεί πως πλέον δεν είναι μόνο οι επιθυμίες του σημαντικές, καθώς και οι ανάγκες και οι υποχρεώσεις των γύρω μπορεί να έχουν προτεραιότητα μερικές φορές.
Εάν σας άρεσε το παρόν άρθρο που διαβάσατε και βρήκατε ενδιαφέρον το περιεχόμενό του, θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμη και βοηθητική η άποψή σας.